Τι αλλάζει στην πράξη
Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως η ΑΑΔΕ πλέον δεν αποδέχεται μόνο το συμβολαιογραφικό ποσό ως αληθινό, αλλά ελέγχει τις τραπεζικές κινήσεις και αν εντοπίσει ότι έχει πληρωθεί μεγαλύτερο ποσό για ένα ακίνητο (από αυτό που δηλώθηκε κι εμφανίστηκε στο συμβόλαιο), επιβάλλει τον φόρο με βάση το πραγματικό χρήμα που δόθηκε.
Το τέλος των διπλών τιμών
Για χρόνια, στις αγοραπωλησίες ήταν συνηθισμένο να δηλώνεται ως τίμημα η αντικειμενική αξία (δηλ. μικρότερη), με το υπόλοιπο να πληρώνεται κάτω από το τραπέζι, είτε με μετρητά, είτε με παράλληλες μεταφορές, είτε με λογαριασμούς συγγενών ή άλλες μεθόδους. Τώρα, με τη ψηφιακή διασύνδεση και τη συνεχώς αυξανόμενη χρήση τραπεζικών πληρωμών, αυτός ο τρόπος δεν περνάει πλέον.
Παράδειγμα
Σε πρόσφατη υπόθεση, σε συμβόλαιο εμφανίστηκε ως τίμημα τα €383.815, αλλά η τράπεζα έδειξε καταβολή €650.000. Η εφορία φορολόγησε το ακίνητο με βάση τη μεγαλύτερη πληρωμή, επιβάλλοντας και το σχετικό πρόστιμο για ανακριβή αναγραφή τιμής.
Τι πρέπει να προσέχουν αγοραστές και πωλητές;
- Οποιοδήποτε ποσό μεταβιβάζεται μέσω τράπεζας για αγορά ακινήτου θα ελεγχθεί και αν διαφέρει από το συμβολαιογραφικό, θα ληφθεί υπ’ όψιν ως πραγματικό τίμημα.
- Πρόστιμα για αποκρύψεις τιμήματος ξεκινούν από 10% και φτάνουν μέχρι 500.000 ευρώ.
- Πλέον, το κόλπο της χαμηλής αξίας στο χαρτί και της πραγματικής αξίας στα χέρια έχει τελειώσει, όλα διασταυρώνονται εύκολα από τις Αρχές.
Η συμβουλή των ειδικών
Κάθε αγορά ή πώληση ακινήτου να γίνεται με διαφάνεια, ολόκληρο το τίμημα να αναγράφεται σωστά στο συμβόλαιο και να μεταβιβάζεται μέσω τραπεζικής συναλλαγής. Οποιαδήποτε προσπάθεια απόκρυψης του πραγματικού ποσού κρύβει σημαντικό φορολογικό και νομικό κίνδυνο.
Η εποχή των εύκολων «συμβιβασμών» στις αγοραπωλησίες έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Η ΑΑΔΕ διασταυρώνει τα στοιχεία, η τράπεζα λέει την αλήθεια και το κράτος δεν αρκείται πια στο συμβόλαιο!